ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

έσοδο σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
έσοδο

bevétel◼◼◼

jövedelem◼◼◻

εισόδημα/έσοδο

jövedelem