Ungersk-Grekisk ordbok »

vér betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
vértesztet kell csinálnunk

χρειάζεται να κάνεις μια εξέταση αίματος;

vértolulásom van

νιώθω κορεσμένος

vérzik

αιμορραγώ

αιμορραγώ (aimorragó)

ματώνω

ματώνω (matóno)

vérzékenység

αιμοφιλία

véráram

κυκλοφορία του αίματος◼◼◼

αίμα◼◼◻

vérátömlesztés

μετάγγιση◼◼◼

vérömleny

αιμάτωμα

a vérnyomása ...

η πίεση σας είναι ...

agyvérzés

εγκεφαλικό◼◼◼

η εγκεφαλική συμφόρηση

csatlakoznál hozzám egy kávéra?

θέλεις να μου κάνεις παρέα για ένα καφέ;

denevér

νυχτερίδα (nychterída)

ρόπαλο

χειρόπτερα

denevérek

νυχτερίδα

νυχτερίδες

fehérvérűség

λευχαιμία

fivér

αδελφός◼◼◼

αδερφός◼◻◻

μοναχός

fiútestvér

αδελφός◼◼◼

αδερφός (ο)

féltestvér

αδελφός

ετεροθαλής

ετεροθαλής αδελφός

hidegvér

ψυχραιμία

hidegvérű

ψυχρόαιμος

Krisztus testvérei

Χριστάδελφος

kék vércse

μαυροκιρκίνεζο

vér

λίπος◼◼◼

γκρόσσα

λιπαρός

λιπαρός (liparós)

παχύς

παχύς (pachýs)

χοντρός-ή-ό, παχύς-ιά-ύ

123