Ungersk-Grekisk ordbok »

lép betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
lép

σπλήνα◼◼◼

σπλήνα (splína)◼◼◼

φάση◼◼◼

σπλήνας◼◼◻

βαθμίδα◼◼◻

βήμα◼◻◻

κηρήθρα◼◻◻

σπλην◼◻◻

σπλην (splin)◼◻◻

κτένι

μελικηρίς

μελισσοκόμικος

μελιτόκηρον

μελόπηττα

πατώ

πατώ (-άω, -ήσω)

χτένα

lép, tapos, megnyom

πατάω

lépcső

βαθμίδα◼◼◼

σκάλες◼◼◻

κλιμακοστάσιο◼◼◻

βήμα◼◼◻

ίχνος◼◻◻

κλίμακα◼◻◻

σκαλοπάτι◼◻◻

φάση◼◻◻

σκαλί◼◻◻

σκάλα

σκάλα (skála)

σκαλιά (τα)

η σκάλα, τα σκαλιά

lépcső, létra

σκάλα (η)

lépcsőfok

βαθμίδα◼◼◼

φάση◼◻◻

το σκαλοπάτι

lépcsőház

κλιμακοστάσιο◼◼◼

ο διάδρομος

σκάλα

lépcsősor

κλιμακοστάσιο

σκάλα

12