Ungerska | Grekiska |
---|---|
köt | δεσμός◼◼◼ |
köteg | δέσμη◼◼◼ δέμα◼◻◻ |
kötelem | υποχρέωση◼◼◼ |
köteles | αντικείμενο◼◼◼ υποκείμενος◼◼◼ υπόχρεος◼◼◼ υποκείμενο◼◼◻ θέμα◼◼◻ υπόλογος◼◻◻ εν ενεργεία◼◻◻ υπήκοος◼◻◻ |
kötelesség | πρέπει◼◼◼ υποχρέωση◼◼◼ καθήκον◼◼◻ ευθύνη◼◼◻ η υποχρέωση◼◼◻ |
kötelez | |
kötelezettség | υποχρέωση◼◼◼ δέσμευση◼◼◻ ευθύνη◼◼◻ κατηγορία◼◼◻ καθήκον◼◼◻ καταγγελία◼◻◻ χρέος◼◻◻ λόγος◼◻◻ επιμέλεια◼◻◻ χρέωση◼◻◻ φορτίο◼◻◻ ομόλογο◼◻◻ υπόσχεση◼◻◻ |