Ungersk-Grekisk ordbok »

káros betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
káros

επιβλαβής◼◼◼

ζημιογόνος◼◼◼

επιζήμιος◼◼◻

βλαβερός

βλαπτικός

φθαρτικός

károsodás

δυσλειτουργία◼◼◼

károsít

αίσθηση◼◼◼

embriót károsító

παράγοντας τερατογένεσης

halláskárosodás

διαταραχή (εξασθένιση) της ακοής

mezőkárosodás

ζημία (βλάβη) πεδίου