Ungersk-Grekisk ordbok »

használ betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
használ

χρήση◼◼◼

χρησιμοποίηση◼◼◻

όφελος◼◼◻

χρησιμότητα◼◻◻

ευεργέτημα◼◻◻

χρησιμοποιώ (-ήσω)◼◻◻

μεταχειρίζομαι

usar

használat

χρήση◼◼◼

χρήση (η, tsz. -εις)◼◼◼

η χρήση◼◼◼

χρησιμοποίηση◼◼◻

εφαρμογή◼◼◻

αίτηση◼◼◻

πρόγραμμα◼◼◻

εργασία◼◻◻

πρόσληψη◼◻◻

απασχόληση◼◻◻

χρησιμότητα◼◻◻

επίχριση

δουλειά

χρησιμοποιώ

használaton kívül

εκτός λειτουργείας

használaton kívüli katonai terület

στρατιωτική περιοχή εκτός ενεργείας

használhatatlan

άχρηστος (-η-ο)

használhatnám a telefont?

μπορώ να χρησιμοποιήσω το τηλέφωνο;

használhatom a telefonjukat?

μπορώ να χρησιμοποιήσω το τηλέφωνό σας;

használhatom az autódat?

μπορώ να χρησιμοποιήσω το αυτοκίνητό σου; (hasznára válik) ωφελώ (-ήσω), κάνω καλό

használható

χρησιμοποιήσιμος◼◼◼

χρήσιμος◼◻◻

Használni

χρησιμοποιώ◼◼◼

használt

πρώην◼◼◼

μεταχειρισμένο◼◼◼

μεταχειρισμένος◼◼◻

ευκαιρία◼◻◻

περίσταση◼◻◻

χρησιμοποιημένος◼◻◻

χρησιμοποιημένος (-η-ο)◼◻◻

δεύτερο χέρι

használt autó

μεταχειρισμένο αυτοκίνητο

12