Ungersk-Grekisk ordbok »

egész betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
egészségedre

υγεία

egészségedre!

στην υγεία σου!

egészséges

υγιής◼◼◼

εφαρμογή◼◼◻

προσαρμογή◼◻◻

εύρωστος◼◻◻

ξέσπασμα◼◻◻

(ember) υγιής-ής-ές, γερός (-ή-ό)

ήχος

γερός

ικανός

υγιεινός

egészségközpont

κέντρο ψυχαγωγίας

egészségmegőrző intézkedés

προληπτικό υγειονομικό μέτρο

egészségtelen

ανθυγιεινός

νοσηρός

egészségére

γείτσες

egészségüggyel kapcsolatos biotechnológia

υγειονομική βιοτεχνολογία

egészségügy

υγιεινή◼◼◼

egészségügyi

ιατρικός◼◼◼

egészségügyi biztosítás

ασφάλεια υγείας

egészségügyi ellátás

συγκρότημα με διαμερίσματα

egészségügyi hivatás

επάγγελμα υγείας

κλάδος υγειονομικής περίθαλψης

egészségügyi jogszabályok

νομοθεσία (νόμοι) σχετικά με την (για την) υγεία

egészségügyi kockázat

κίνδυνος για την υγεία◼◼◼

egészségügyi létesítmény

υγειονομική εγκατάσταση

egészségügyi szabályozás

υγειονομικός κανονισμός

egészségügyi szolgálat

υγειονομική υπηρεσία◼◼◼

Egészségügyi Világszervezet

Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας◼◼◼

egészségünkre!

στη υγειά μας!

egészég

υγεία◼◼◼

egészégre gyakorolt hatás

επίδραση (επιπτώσεις) στην υγεία

επίδραση στην υγεία

επιπτώσεις στην υγεία

a dohányzás árt az egészségnek

το κάπνισμα βλάπτει την υγεία, κάνω κακό

az egész

névelővel: ο, η, το)

emberi egészség

ανθρώπινη υγεία◼◼◼

υγεία του ανθρώπου◼◼◼

kiegészít

πλήρης◼◼◼

123