Ungersk-Grekisk ordbok »

üzlet betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
üzlet

κατάστημα◼◼◼

εταιρεία◼◼◼

εμπόριο◼◼◻

εμπορικό◼◼◻

κλάδος◼◻◻

εργασία◼◻◻

υπόθεση◼◻◻

εταιρία◼◻◻

ανταλλαγή◼◻◻

απόθεμα◼◻◻

(εμπορικό) κατάστημα/συνεργείο (εργοστασίου)

δουλειά

επιχείρηση/κερδοσκοπική δραστηριότητα/κλάδος

κερδοσκοπική δραστηριότητα

μαγαζί

μαγαζί (magazí)

σκηνή

üzlet, hely (szórakozóhely, kávézó, étterem)

μαγαζί (το)

üzlet menedzser

υπεύθυνος καταστήματος

üzletasszony

επιχειρηματίας◼◼◼

üzletember

επιχειρηματίας◼◼◼

έμπορος

Üzletemberek

Επιχειρηματίες

üzleti

επιχείρηση◼◼◼

επιχειρησιακός◼◻◻

üzleti aszisztens

βοηθός καταστήματος

üzleti szakma

εμπόριο λιανικής

üzleti tevékenység

οικονομική δραστηριότητα/επαγγελματική δραστηριότητα

üzleti út

επαγγελματικό ταξίδι

üzleti úton vagyok

είμαι σε επαγγελματικό ταξίδι

üzletiesítés

εμπορευματοποίηση

üzletkötés

πωλήσεις◼◼◼

üzletkötő

αντιπρόσωπος πωλήσεων

üzletközpont

εμπορικό κέντρο

üzletmenet

εμπόριο◼◼◼

ανταλλαγή◼◼◻

üzletpolitika

επιχειρηματική πολιτική◼◼◼

üzlettárs

συνέταιρος

üzletvezető

μαγαζάτορας

üzletág

παράρτημα◼◼◼

12