Ungersk-Grekisk ordbok »

épp betyder på grekiska

UngerskaGrekiska
épp

μόλις◼◼◼

épp most jöttem vissza ...

μόλις γύρισα από ...

éppen

(pontosan) ακριβώς

απλώς

δίκαιος

μόλις

μόνο

éppen, hogy nem/igen

ίσα-ίσα

éppen elértük a vonatot

μόλις που προλάβαμε το τρένο

éppen ezt akartam

αυτό ακριβώς ήθελα, (az imént, nemrég) μόλις

éppen jók

είναι όπως πρέπει

éppen két éve múlt

πάνω από δύο χρόνια

éppen most ment el a vonat

το τρένο μόλις έφυγε

éppen ott voltam

έτυχε να είμαι εκεί

éppen őt akarod magaddal vinni?

αυτόν βρήκες να πας μαζί σου

éppúgy

επίσης◼◼◼

τόσο◼◼◼

bármiképen, feltétlenül, mindenféleképpen

οπωσδήποτε

ekképpen

έτσι◼◼◼

επομένως◼◼◻

ezt éppen te mondod?

εσύ το λες αυτό;

főképp

κυρίως◼◼◼

főképpen

κυρίως◼◼◼

géppisztoly

πολυβόλο

géppuska

πολυβόλο

hasonlóképp

επίσης◼◼◼

hasonlóképpen

επίσης◼◼◼

képelem/képpont

εικονοστοιχείο (-ψηφίδα/-κύτταρο)

képpont

εικονοστοιχείο

εικονοστοιχείο (-ψηφίδα/-κύτταρο)

következésképpen

επομένως◼◼◼

άρα◼◼◻

οπότε◼◻◻

κατ' επέκταση◼◻◻

συνεπώς, κατά συνέπεια

középpont

κέντρο◼◼◼

κέντρο (kéntro)◼◼◼

επίκεντρο◼◼◻

μέσο◼◼◻

μέση◼◻◻

12