Grekisk-Ungersk ordbok »

ασφάλιση betyder på ungerska

GrekiskaUngerska
ασφάλιση

biztonság◼◼◼

biztosíték◼◼◻

ασφάλιση (ασφάλεια)

biztosítás◼◼◼

ασφάλιση για ζημίες/ασφάλεια ζημιών

kárbiztosítás

ασφάλιση για ρύπανση

szennyezésbiztosítás

έχετε ιδιωτική ασφάλιση;

van magán egészségügyi biztosítása?

έχετε κάρτα της ευρωπαικής ιατρικής ασφάλισης;

van európai egészségbiztosítási kártyája?

διασφάλιση

megőrzés◼◼◼

εγγύηση (διασφάλιση) ποιότητας

minőségbiztosítás◼◼◼

εξασφάλιση πρώτης ύλης

nyersanyag biztosítása