dicţionar Maghiar-Greac »

kel înseamnă în Greacă

MaghiarăGreacă
értékel

αξιολογώ (-ήσω)

értékel (becsül)

εκτιμώ (-άω, -ήσω)◼◼◼

értékelés

αξιολόγηση◼◼◼

εκτίμηση◼◼◼

αποτίμηση◼◼◻

λήψη◼◼◻

βαθμός◼◻◻

τάξη◼◻◻

κλιμάκιο◼◻◻

βαθμίδα◼◻◻

értékelési módszer

μέθοδος αξιολόγησης◼◼◼

értékelési szempont

κριτήριο αξιολόγησης

érzékel

αίσθηση◼◼◼

érzékelés

ανίχνευση◼◼◼

αντίληψη◼◼◻

εντοπισμός◼◻◻

αίσθηση◼◻◻

έννοια◼◻◻

όραση◼◻◻

συναίσθημα

φώραση

érzékelés/bemérés

ανίχνευση

εντοπισμός

φώραση

érzékelhető

αισθητός◼◼◼

érzékelő

αισθητήρας◼◼◼

ανιχνευτής◼◼◻

ευαίσθητος

este nem kell tanulnom

το βράδυ δε χρειάζεται να διαβάσω, (szükséges vmhez) χρειάζεται (-στεί)

este tanulnom kell

το βράδυ πρέπει/έχω να διαβάσω

északkelet

βορειοανατολικός◼◼◼

északkeleti

βορειοανατολικός◼◼◼

βορειοανατολικά◼◼◼

ez nem egy túl kellemes nap

δεν είναι πολύ ωραία ημέρα

ezekre a cikkekre vámot kell fizetnie

θα πρέπει να πληρώσετε φόρους για αυτά τα αντικείμενα

fekély

έλκος◼◼◼

απόστημα

fekélyesedés

εξέλκωση◼◼◼

feküdj le, holnap korán kelünk!

πήγαινε για ύπνο, αύριο θα σηκωθούμε νωρίς!

fel kell adnom ezt, vagy magammal vihetem?

αυτό χρειάζεται να το περάσω μέσα ή μπορώ να το πάρω μαζί μου;

3456