dicţionar Maghiar-Greac »

elítél înseamnă în Greacă

MaghiarăGreacă
elítél

καταδίκη◼◼◼

καταδικάζω (-σω), (vmit) αποδοκιμάζω (-σω), κατακρίνω

elítélendő

αξιοκατάκριτος

κατακριτέος

elítélt

κατάδικος◼◼◼

πλην◼◻◻

elítélés

καταδίκη◼◼◼

πεποίθηση