dicţionar Maghiar-Greac »

bolt înseamnă în Greacă

MaghiarăGreacă
bolt

αψίδα

εμπορικό

θόλος

μαγαζί

boltos

καταστηματάρχης

ajándékbolt

κατάστημα

barkácsbolt

μαγαζί με εργαλεία

cipőbolt

μαγαζί με παπούτσια

festékbolt

βαφείο/συνεργείο βαφής

italbolt

κάβα

italbolt (palackozott italok boltja, korlátolt italkimérési engedély)

μίνι-μάρκετ

kenyérbolt

αρτοποιείο

αρτοπωλείο

φούρνος

φούρνος (foúrnos)

ψωμάδικο

kiraboltak

με ληστέψανε

könyvesbolt

βιβλιοπωλείο◼◼◼

βιβλιοπωλείο (vivliopoleío)◼◼◼

βιβλιοπωλείο (το)◼◼◼

το βιβλιοπωλείο◼◻◻

mennybolt

ουράνια

ουρανός (uranós)

papír-írószer bolt

είδη γραφείου

ruha bolt

μαγαζί με φορέματα

segélyszervezeti bolt

φιλανθρωπικό μαγαζί με μεταχειρισμένα είδη

sportbolt

μαγαζί με αθλητικά

virágbolt

ανθοπωλείο

égbolt

ουρανός◼◼◼

παράδεισος

στερέωμα

élelmiszerbolt

ߠσούπερ-μάρκετ