Pentru folosirea dicţionarului te rog permite JavaScript! Cum?
φυλακή▼◼◼◼
φυλάκιση▼◼◻◻
κάθειρξη▼◼◻◻
δεσμωτήριο▼
η φυλακή▼
φρέσκο▼
νομοθεσία (νόμοι) σχετικά με τα σωφρονιστικά καταστήματα▼
φυλακίζω▼
μπουντρούμι▼
↑