dicţionar Maghiar-Greac »

össze înseamnă în Greacă

MaghiarăGreacă
összefüggő

συνεχής◼◼◼

συναφής◼◻◻

σύμφωνος◼◻◻

συνδεδεμένος◼◻◻

összefűzés

συνένωση◼◼◼

összeg

ποσό◼◼◼

άθροισμα◼◼◻

σύνολο◼◼◻

ποσότητα◼◼◻

πράξη◼◼◻

συνολικός◼◻◻

πλήρης◼◻◻

άθροιση◼◻◻

παν◼◻◻

κονδύλι◼◻◻

πρόσθεση◼◻◻

αντίτιμο◼◻◻

ολικός

αθροίζω

ανέρχομαι

összegyűjt

συγκεντρώνουν◼◼◼

μάζα◼◼◻

μαζεύω

συγκαλώ

συνάω

összegyűjtés

συλλογή◼◼◼

είσπραξη◼◻◻

összegyűlik, gyülekezik)

μαζεύομαι

összegzés

σύνοψη◼◼◼

περίληψη◼◼◼

άθροιση◼◼◻

összehajt

διπλώνω

összehangolás

συντονισμός◼◼◼

ευθυγράμμιση◼◼◼

συγχρονισμός◼◼◻

διάταξη◼◻◻

összehasonlít

αντιπαραθέτω

παραβάλλω

συγκρίνω

összehasonlítani

συγκρίνω;

123