dicţionar Greac-Maghiar »

παραγωγή înseamnă în Maghiară

GreacăMaghiară
μεγάλη μονάδα παραγωγής ενέργειας από καύσιμες ύλες

nagy égetőmű

μεταποιημένη γεωργική παραγωγή

feldolgozott mezőgazdasági termény

μονάδα ηλεκρτοπαραγωγής

elektromos energiaellátó ipar

μονάδα παραγωγής ενέργειας με καύση άνθρακα

széntüzelésű erőmű

μονάδα (σταθμός) παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας (ισχύος)

villamos erőmű

παλιρροϊκός σταθμός (παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας)

árapály erőmű

πολιτική για την παραγωγή

termeléspolitika

πρώτη ύλη για την παραγωγή ενέργειας

energiaforrás anyaga

ρύθμιση της γεωργικής παραγωγής

agrártermelés szabályozása

σταθμός παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας

erőmű◼◼◼

σταθμός παραγωγής πυρηνικής ενέργειας

atomerőmű

σταθμός συνδυασμένης παραγωγής ενέργειας

kapcsolt ciklusú erőmű

στατιστικά στοιχεία σχετικά με τη βιομηχανική παραγωγή

ipari termelési statisztika

συμπαραγωγή/μικτή παραγωγή

kapcsolt energiatermelés

τι είδους παραγωγή είναι;

milyen műfajú az előadás?

τροφική παραγωγή (γεωργία)

élelmiszertermelés

élelmiszertermelés (mezőgazdaság)

υπερπαραγωγή

túltermelés◼◼◼

φυτική παραγωγή

növénytermesztés◼◼◼

φυτική παραγωγή/παραγωγή των καλλιεργειών

növénytermesztés

χειρισμός αναπαραγωγής

szaporítási manipuláció

12