Pentru folosirea dicţionarului te rog permite JavaScript! Cum?
σταθμός παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας▼◼◼◼
ηλεκτροπαραγωγικός σταθμός▼
χαλάρωση (περιορισμός) λειτουργίας σταθμού▼
επιχείρηση ηλεκτρισμού▼
πυρηνικός σταθμός▼◼◼◼
πυρηνικός σταθμός ενέργειας▼
σταθμός παραγωγής πυρηνικής ενέργειας▼
μονάδα (εργοστάσιο) που λειτουργεί με (χρησιμοποιεί) αέριο▼
θερμοηλεκτρικός σταθμός (παραγωγής ενέργειας)/ΘΗΣ▼
θερμοηλεκτρικός σταθμός (παραγωγής ενέργειας)▼◼◼◼
σταθμός συνδυασμένης παραγωγής ενέργειας▼
σταθμός ηλιακής ενέργειας▼
μονάδα παραγωγής ενέργειας με καύση άνθρακα▼
μονάδα (σταθμός) παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας (ισχύος)▼
μονάδα υδροηλεκτρικής ενέργειας▼
παλιρροϊκός σταθμός (παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας)▼
↑