ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

oszét σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
oszét

οσσετικά

Dél-Oszétia

Νότια Οσετία (Nótia Osetía)

Το ιστορικό σας