ελληνικά | ουγγρικά |
---|---|
γεια | |
γειά | |
γεια (geia) | |
γεια (σχετικά ανεπίσημο) | |
γεία σας! | |
γεια σου/σας! | |
(cselekmény) η ενέργεια, η δράση, (üzletben) η προσφορά | |
αγορά ενέργειας | |
αγροκαλλιέργεια (agrokalliérgeia) f | |
Αιολική ενέργεια | |
αιολική ενέργεια | |
ανανεώσιμη πηγή ενέργειας | |
ανθρώπινη υγεία | |
απειλή (κίνδυνος) για τα υπόγεια ύδατα | |
αποθήκευση ενέργειας | |
αρδευτική καλλιέργεια | |
αροτραία καλλιέργεια | |
ασφάλεια υγείας | |
βιολογική καλλιέργεια | |
βιομηχανία ηλεκτρικής ενέργειας | |
βιομηχανία παραγωγής ενέργειας | |
βιομηχανική καλλιέργεια | |
βιομηχανική καλλιέργεια/εργοστασιακή κτηνοτροφία | |
βιοφωσφορισμός/βιοφωταύγεια/βιολογική φωτοβολία | |
βιοφωταύγεια | |
γεωθερμική ενέργεια | |
δημόσια υγεία | |
διαχείριση της ενέργειας | |
δίκτυο διανομής ενέργειας | |
είδος ενέργειας | |
εις υγείαν (eis ygeían), στην υγειά… (stin ygeiá…), ’ς υγεία’ ('s ygeía'), γεια μας (geia mas) | |
εκτός λειτουργείας | |
εμπορεύσιμη καλλιέργεια/εμπορεύσιμη συγκομιδή | |
εναέρια γραμμή (μεταφοράς ενέργειας) | |
Ενέργεια |
ελληνικά | ουγγρικά |
---|---|
Like most websites, DictZone.com also uses cookies. Change settings later / more info: Data Protection
Cookies help us to improve our service (with statistics), to maintain (with advertising), and to improve our user experience.
Cookies help us to: