ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

tükör σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
tükör

κάτοπτρο◼◼◼

καθρέφτης (kathréftis)◼◻◻

καθρέφτης (ο)◼◻◻

tükörfordítás

μεταφραστικό δάνειο

tükörszó

μεταφραστικό δάνειο

oldalsó visszapillantó tükör

πλαινός καθρέφτης

visszapillantó tükör

καθρέφτης

Το ιστορικό σας