ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

szégyenlősködik, (el)szégyelli magát σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
szégyenlősködik, (el)szégyelli magát

ντρέπομαι

Το ιστορικό σας