ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

ragad σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
ragad

μπαστούνι

ragadozó

θηρευτής◼◼◼

αρπακτικός

θηρίο

ragadozó madár

αρπακτικά πουλιά

όρνεο

ragadós

κολλώδης◼◼◼

καλτσόν

az edény aljához ragadt étel

φαγητό κολλημένο στον πάτο της κατσαρόλας

megragad

αρπάζω

παίρνω

Το ιστορικό σας