ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

nő σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
élelmiszer miség

ποιότητα των τροφίμων◼◼◼

énekes

τραγουδίστρια (η)

τραγουδιστής

író

συγγραφέας

úr

κυρία

λαίδη

οικοδέσποινα

útlevélellerzés

έλεγχος διαβατηρίων

ügyvéd

δικηγόρος

őegy nagyon jó színész

είναι πολύ καλή ηθοποιός

8910

Το ιστορικό σας