ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

műhold σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
műhold

δορυφορική◼◼◼

Műhold

Τεχνητός δορυφόρος◼◼◼

műholdas

δορυφορική◼◼◼

δορυφορικός◼◻◻

δορυφόρος◼◻◻

megfigyelő műhold

δορυφόρος παρατηρήσεων

mesterséges bolygó/műhold

τεχνητός δορυφόρος

Το ιστορικό σας