ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

kapitány σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
kapitány

πλοίαρχος◼◼◼

κυβερνήτης◼◼◻

αρχηγός

ο καπετάνιος

λοχαγός

a kapitány bekapcsolta a biztonsági öveket bekapcsolni jelzést

ο καπετάνιος έχει ανάψει την ένδειξη ‘προσδεθείτε’

a kapitány kikapcsolta a biztonsági öveket bekapcsolni jelzést

ο καπετάνιος έχει σβήσει την ένδειξη ‘προσδεθείτε’

rendőrkapitányság

αστυνομικό τμήμα

Το ιστορικό σας