ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

hazudik σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
hazudik

λέω (πω, είπα) ψέμα(τα)

ψέμα

ψεύδομαι

ψεύδομαι (pseúdomai)

hazugság: λέω ψέματα hazudik

ψέμα (το)

Το ιστορικό σας