ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

elkerülhetetlenül σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
elkerülhetetlenül

αναπόδραστα

αναπότρεπτα

αναπόφευκτα

Το ιστορικό σας