ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

bér σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
lakbér

νοίκι

Libéria

Λιβερία (Livería)◼◼◼

meg szeretném újítani a bérletemet, kérem

θα ήθελα να αναναιώσω το εισητήριο μου παρακαλώ

mennyi a bérleti díja?

πόσο είναι το ενοίκιο;

munkabér

μισθός◼◼◼

szeretnék autót bérelni

θα ήθελα να νοικιάσω ένα αυτοκίνητο

szeretnék egy egynapos bérletet

θα ήθελα μια ημερήσια κάρτα

Szibéria

Σιβηρία (Siviría)◼◼◼

vasúti bérlet

κάρτα μακράς διαρκείας

venni vagy bérelni szeretne?

ψάχνετε για αγορά ή ενοικίαση;

órabér

ωρομίσθιο◼◼◼

123

Το ιστορικό σας