ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

összekever σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
összekever

μπερδεύω

συγχέω

συγχύζω

összekever, összezavar (→

μπερδεύω

összekeveredik, összezavarodik)

μπερδεύομαι

Το ιστορικό σας