ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

folk σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
folk

népi

αχλαδιά (akhlaðyá) , απιδιά (apiðyá) , αχλάδα (akhláða) ('folk and poetic'), απιδέα (apiðéa) (obsolete)

körtefa