ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

(μέσα) σε μία ώρα, (vmi ideje alatt) κατά τη διάρκεια (+ birtokos eset) σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
(μέσα) σε μία ώρα, (vmi ideje alatt) κατά τη διάρκεια (+ birtokos eset)

egy óra alatt