ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

(εμπορικό) κατάστημα/συνεργείο (εργοστασίου) σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
(εμπορικό) κατάστημα/συνεργείο (εργοστασίου)

üzlet