ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

όστρακο σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
όστρακο

kagyló◼◼◼

héj◼◼◼

kagylóhéj

μαλακόστρακο

rák◼◼◼