ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

ό,τι σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
ό,τι

ami (csak)◼◼◼

bármi◼◼◼

akármi

ό,τι, όποιος (-α-ο)

amilyen (csak)

ό,τι ami(t)

(csak)

ό,τι λάμπει δεν είναι χρυσός

nem mind arany, ami fénylik

άσ’ τον να πει ό,τι θέλει

hadd mondjon, amit akar

κάνε ό,τι θέλεις

csinálj, amit (csak) akarsz!

σ’ ό,τι/όσον αφορά εμένα

ami engem illet

φάε ό,τι/όποιο παγωτό θέλεις!

egyél, amilyen fagyit kérsz!