ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

ωφελώ σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
ωφελώ

haszon

μπορώ να χρησιμοποιήσω το αυτοκίνητό σου; (hasznára válik) ωφελώ (-ήσω), κάνω καλό

használhatom az autódat?