ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

χριστιανικός σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
χριστιανικός

keresztény◼◼◼

Krisztián

(főnév) χριστιανός, (melléknév) χριστιανικός (-ή-ό)

keresztény