ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

φόβος σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
φόβος

fél

menekülés

Φόβος (δορυφόρος)

Phobosz (hold)

φόβος (ο)

félelem◼◼◼