ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

φυτοφάγο σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
φυτοφάγο

növényevő

φυτοφάγος

fűevők

fűevők/növényevők

növényevő

növényevők