ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

φυτοκομία σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
φυτοκομία

kertészet◼◼◼

κηπουρική/φυτοκομία/κηπευτική

kertészet