ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

φορτίο σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
ρυπαντικό φορτίο

szennyezési terhelés

συνεχές φορτίο

folyamatos terhelés

ωφέλιμο φορτίο

hasznos teher

12