ελληνικά | ουγγρικά |
---|---|
φαινόμενο | jelenség◼◼◼ hatás◼◼◻ okoz◼◻◻ következmény◼◻◻ elér◼◻◻ effektus◼◻◻ eredményez◼◻◻ hatály◼◻◻ |
φαινόμενο θερμοκηπίου | üvegházhatás◼◼◼ |
Φαινόμενο Ντόπλερ | |
φαινόμενο της πεταλούδας | |
Φαινόμενο του θερμοκηπίου | Üvegházhatás◼◼◼ |
φαινόμενο του θερμοκηπίου | |
αέριο (που προκαλεί το φαινόμενο) του θερμοκηπίου |