ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

υποστηρίζω (υποστηρίξω) σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
υποστηρίζω (υποστηρίξω)

(+ tárgyeset) támogat vkit, drukkol vkinek