ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

τύρφη σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
τύρφη

tömeg◼◼◼

turfa

τύρφη/ποάνθρακας

tőzeg

εξόρυξη τύρφης

tőzegkitermelés◼◼◼