ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

τσιμπώ σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
τσιμπώ

csíp

harap

(darázs) τσιμπώ (-άω, -ήσω), (paprika) τσούζει (-ξει)

csíp