ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

τρύπα σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
τρύπα

lyuk◼◼◼

gumidefekt

piercing (testékszer)

szem

üreg

η τρύπα

lyuk

μαύρη τρύπα

fekete lyuk

Μαύρη τρύπα

Fekete lyuk