ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

τοπικός-ή-ό, ντόπιος (-α-ο) σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
τοπικός-ή-ό, ντόπιος (-α-ο)

helyi