ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

τεκμηρίωση σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
τεκμηρίωση

dokumentálás◼◼◼

érvelés

ευρετηρίαση εγγράφων (υλικού τεκμηρίωσης)

dokumentáció tárgymutatóval

κέντρο τεκμηρίωσης

dokumentációs központ

σύστημα τεκμηρίωσης

dokumentálási rendszer