ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

σωματίδιο της(στην) ατμόσφαιρα(ς) σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
σωματίδιο της(στην) ατμόσφαιρα(ς)

légköri részecske