ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

σωματίδιο σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
σωματίδιο

szemcse◼◼◼

σωματίδιο της(στην) ατμόσφαιρα(ς)

légköri részecske

Στοιχειώδες σωματίδιο

Elemi részecske