ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

συνήθεια σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
συνήθεια

megszokás

του γίνεται(το παίρνει) συνήθεια

rászokik

szokásává válik